Η ψήφιση του νέου νόμου «Κλεισθένης» αποτελεί πλέον το νέο τοπίο στην Αυτοδιοίκηση Α’ και Β’ βαθμού. Πεποίθησή μου είναι ότι ο «Κλεισθένης» απαντά στις προκλήσεις της εποχής και θα αποτελέσει -συνολικά- «εργαλείο» για ουσιαστικές και πιο δημοκρατικές διαδικασίες στην Αυτοδιοίκηση.
Ο «Κλεισθένης 1» προβαίνει σε μια ποιοτική κατηγοριοποίησή των Δήμων ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, όπως πληθυσμιακά μεγέθη, γεωγραφικό ανάγλυφο, αν είναι αστικοί, νησιωτικοί ή ορεινοί Δήμοι.
Καθιερώνει την απλή αναλογική, αναβαθμίζει τα συλλογικά όργανα, ενισχύει τις συμμετοχικές διαδικασίες και τα τοπικά δημοψηφίσματα, ενθαρρύνει την αναπτυξιακή δράση και οικονομική λειτουργία των ΟΤΑ, θέτει εκ νέου διαδικασίες αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας των ΟΤΑ, απλοποιεί τις διαδικασίες των πειθαρχικών ελέγχων και πολλά άλλα.
Ο «Κλεισθένης Ι» προωθεί την εμβάθυνση της δημοκρατίας, την ενίσχυση της αντιπροσωπευτικότητας και τη διεύρυνση της συμμετοχής.
Αξιοποιώντας την εμπειρία από την εφαρμογή του «Καλλικράτη», διαμορφώνει καλύτερους όρους δημοκρατικότερης συγκρότησης και λειτουργίας των αυτοδιοικητικών θεσμών, αναλογικότερης εκπροσώπησης, τόσο του εκλογικού σώματος και των αυτοδιοικητικών δυνάμεων όσο και των τοπικών
κοινωνιών και διευρύνει τη συμμετοχή και τον κοινωνικό έλεγχο σε όλα τα επίπεδα της οργάνωσης και της λειτουργίας τους.
Κεντρική επιλογή του νόμου είναι η καθιέρωση του πιο κλασικού και απλού αναλογικού συστήματος, σύμφωνα με το οποίο, αφού κατανεμηθούν οι έδρες κάθε συμβουλίου στους συνδυασμούς, με βάση το εκλογικό μέτρο που προκύπτει από τη διαίρεση των έγκυρων ψήφων προς τις προς διάθεση έδρες, εν συνεχεία τυχόν αδιάθετες έδρες κατανέμονται στους συνδυασμούς με βάση τα αχρησιμοποίητα υπόλοιπά τους.
Εκείνο που θεσμοθετεί ο «Κλεισθένης» είναι το αυτονόητο:
Η ισότητα της ψήφου, που απορρέει από τη δημοκρατική αρχή και τη λαϊκή κυριαρχία, δηλαδή από τις επιταγές του Συντάγματος.
Αντιδράσεις του τύπου ότι «δε θα μπορεί το Δημοτικό Συμβούλιο να ψηφίζει αποφάσεις ή ότι θα υπάρχει χάος στα δημοτικά συμβούλια», νομίζω ότι απλώς αποτελούν τη δικαιολογία αιρετών που θέλουν χωρίς βάσανο και πειθώ να περνούν αγόγγυστα κάθε απόφαση.
Η αναλογική συγκρότηση των Δημοτικών και Περιφερειακών Συμβουλίων θα λειτουργήσει παιδευτικά, θα επιβάλλει τη δημοκρατική διαδικασία του διαλόγου και της πειθούς εντός του Διοικητικού Συμβουλίου και θα συμβάλλει σε συναινέσεις, διάλογο και συνεργασίες.
Δημοτικοί σύμβουλοι που απλώς παρίστανται και ψηφίζουν, περιμένοντας το νεύμα του κάθε δημάρχου ή επικεφαλής παράταξης, δεν ταιριάζουν στη νέα εποχή της Αυτοδιοίκησης.
Εκείνο όμως που θεσμοθετείται από τον «Κλεισθένη» και αποτελεί καίρια παρέμβαση στις τοπικές κοινωνίες, φέρνοντας με ουσιαστικό τρόπο το δημότη, τους φορείς και τους συλλόγους στο προσκήνιο, είναι η δυνατότητα, σε δημοτικό και περιφερειακό επίπεδο, δημοψηφισμάτων, του κατ’ εξοχήν
δηλαδή θεσμού δημοκρατίας και έκφρασης της βούλησης του πολίτη. Και μάλιστα, με πρωτοβουλία όχι μόνο των αυτοδιοικητικών θεσμών, αλλά και κατόπιν λαϊκής πρωτοβουλίας.
Παράλληλα, ενισχύεται ο ρόλος των τοπικών κοινοτήτων, που πλέον θα διαχειρίζονται αυτόνομα τα αναλογούντα κονδύλια για την κατασκευή έργων τοπικής εμβέλειας, αλλά μεγάλης σημασίας για την τοπική ανάπτυξη.
Κλείνοντας, εκείνο που πρέπει να αναδειχτεί, πέρα από νόμους, διατάξεις και αποφάσεις της Πολιτείας, είναι ότι η Αυτοδιοίκηση και το μέλλον της ανήκει στο ανθρώπινο δυναμικό, στους αιρετούς και σε όσους ασχολούνται με το τοπικό γίγνεσθαι.
Οι αιρετοί είναι οι πρωταγωνιστές και εκείνοι πρέπει να διαμορφώνουν το πλαίσιο των αποφάσεων και των αλλαγών στις τοπικές κοινωνίες. Είναι ανάγκη, επομένως, να «φυσήξει» άνεμος δημιουργίας και μεταρρυθμίσεων και στο ανθρώπινο δυναμικό που υπηρετεί την Αυτοδιοίκηση.
Με νέες και ρηξικέλευθες απόψεις και ιδέες, με διάθεση για εποικοδομητικό έργο και με τόλμη, ώστε να σπάσουν στεγανά, να ξεφύγουμε από αγκυλώσεις και στασιμότητες.
Με το βλέμμα σε ό,τι πιο σύγχρονο και επωφελές συμβαίνει στις προηγμένες χώρες και μπορεί να εφαρμοστεί στην Ελλάδα.
Με διάθεση να κάνουμε το παραπάνω και όχι το αυτονόητο.